λιμάνι — Προστατευμένη φυσική ή τεχνητή περιοχή σε παραλία, σε όχθη ποταμού ή λίμνης, που προσφέρεται για την ασφαλή παραμονή των πλοίων, όπου μέσω λιμενικών εγκαταστάσεων, τα πλοία έχουν τη δυνατότητα φορτοεκφόρτωσης εμπορευμάτων, μεταφοράς επιβατών,… … Dictionary of Greek
Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… … Dictionary of Greek
Βερμούδες — Νησιωτικό σύμπλεγμα του βόρειου Ατλαντικού ωκεανού, που τελεί σε καθεστώς ημιαυτόνομης βρετανικής κτήσης.Η συνολική έκταση των νησιών είναι 53,5 τ. χλμ. και ο πληθυσμός 62.997 κάτ. (2000), με ετήσιο ρυθμό αύξησης της τάξης του 0,74% και… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Κίγκαν, Κέβιν — (Kevin Keegan, Άρμθορπ, Γιόρκσαϊρ 1951 – ). Άγγλος ποδοσφαιριστής και προπονητής. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στην αγγλική Σκάνθροουπ. Το 1971 εντάχθηκε στο δυναμικό της Λίβερπουλ και το 1977 μεταπήδησε στο Αμβούργο. Προς το τέλος της… … Dictionary of Greek
Κυριακίδης, Ρένος — (Κακοπετριά Κύπρου 1931 –). Κύπριος φυσικός και συγγραφέας. Σπούδασε στο φυσιογνωστικό τμήμα της φυσικομαθηματικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο ινστιτούτο παιδαγωγικών του πανεπιστημίου Σαουθάμπτον της Βρετανίας ως… … Dictionary of Greek
Λίβερπουλ — (Liverpool). Πόλη (474.001 κάτ. το 2002) της Μεγάλης Βρετανίας στην κομητεία Λάνκασαϊρ της βορειοδυτικής Αγγλίας. Βρίσκεται στον ποταμόκολπο του Μέρσεϊ, στο σημείο εκβολής του στην Ιρλανδική θάλασσα, απέναντι από το Μπίρκενχεντ, 50 χλμ. Δ του… … Dictionary of Greek
Μπάφιν, Γουίλιαμ — (William Baffin, Λονδίνο 1584 – Ορμούζ, Περσικός Κόλπος 1622). Άγγλός εξερευνητής. Το 1615 εξερεύνησε τον Κόλπο Χάντσον και τις νότιες ακτές του νησιού Σαουθάμπτον, που βρίσκεται μπροστά στον κόλπο, προσπαθώντας να ανακαλύψει δίοδο προς ΝΔ· το… … Dictionary of Greek
Ράις, Έλμερ — (Rice, ψευδώνυμο του Elmer L. Reizenstein, Νέα Υόρκη 1892 – Σαουθάμπτον 1967). Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας, σκηνοθέτης και μυθιστοριογράφος. Αφιερώθηκε αποκλειστικά στο θέατρο το 1914, εγκαταλείποντας το επάγγελμα του δικηγόρου. Από τους… … Dictionary of Greek
Ρόσας, Χουάν Μάνουελ ντε- — (Rosas, Μπουένος Άιρες 1793 – Σάουθαμπτον, Μεγάλη Βρετανία 1877). Αργεντινός στρατηγός και δικτάτορας. Γρήγορα έφτασε να προκαλεί τον φόβο στους εχθρούς και στους φίλους του με τον αυταρχικό του χαρακτήρα και την επιδεξιότητα με την οποία ήξερε… … Dictionary of Greek